«Υπέρ της Τουρκίας ο χρόνος που περνά στο Κυπριακό»
20 Σεπτεμβρίου 2023Εβδομάδα πυκνών πολιτικών εξελίξεων αυτή που διανύουμε για την Ελλάδα, την Κύπρο και την Τουρκία στο πλαίσιο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη, με τα βλέμματα στραμμένα στη συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν αλλά και την έκκληση του Τούρκου προέδρου για διεθνή «αναγνώριση της ΤΚΒΚ».
Με αφορμή τη Νέα Υόρκη, το βίαιο περιστατικό στην Πύλα και την ελληνοτουρκική προσέγγιση, συνομιλήσαμε με τον Τουρκοκύπριο καθηγητή Διεθνών Σχέσεων Ερόλ Καϊμάκ, ερευνητή στο Ινστιτούτο Επιστήμης και Πολιτικής του Βερολίνου. Ο ίδιος εστιάζει στις μελέτες του τόσο στην επίλυση του Κυπριακού, συμμετέχοντας σε κοινά δικοινοτικά προγράμματα στην Κύπρο, καθώς και στο ζήτημα της παράτυπης μετανάστευσης. Στο παρελθόν είχε διατελέσει σύμβουλος της τουρκοκυπριακής διαπραγματευτικής ομάδας για το Κυπριακό.
Λίγες μέρες μετά από συναντήσεις που είχε τόσο με τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκο Χριστοδουλίδη, με τον Τουρκοκύπριο ηγέτη Ερσίν Τατάρ καθώς και με την Ειρηνευτική Δύναμη του ΟΗΕ στην Κύπρο, ο Ερόλ Καϊμάκ εκτιμά σε συνέντευξη στην DW ότι για τις δύο πλευρές στην Κύπρο «μολονότι τα γεγονότα στην Πύλα είχαν τη δυναμική να επισκιάσουν κάθε άλλο ζήτημα, αυτή τη στιγμή το βάρος πέφτει στη ΓΣ του ΟΗΕ και στις επαφές που λαμβάνουν χώρα στο περιθώριο της».
Πόση ευελιξία χωράει σε μια διαπραγμάτευση;
Από τις επαφές που είχε στη Λευκωσία αποκόμισε την εντύπωση ότι η κυβέρνηση Χριστοδουλίδη είναι διατεθειμένη για μια «επανεκκίνηση ουσιαστικών διαπραγματεύσεων για το Κυπριακό το συντομότερο», έχοντας ήδη ενημερώσει τη Γαλλία, τη Γερμανία και άλλους ευρωπαίους εταίρους για την προθυμία «να υπάρξει ευελιξία σε σειρά θεμάτων-κλειδιών με στόχο να διευκολυνθεί μια συνολική συμφωνία μεταξύ ΕΕ και Τουρκίας». Σε αντίθεση με τη στάση του Τάσσου Παπαδόπουλου στο παρελθόν, που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως βέτο, «ο Νίκος Χριστοδουλίδης ακολουθεί μια θετική στρατηγική, που στοχεύει σε μια κατάσταση win-win.»
Για τον Τουρκοκύπριο ειδικό, από την πλευρά της κυβέρνησης Χριστοδουλίδη, «ευελιξία» σε ενδεχόμενες διαπραγματεύσεις θα μπορούσε να υπάρξει σε «θέματα που θα βοηθούσαν την ΕΕ στις συνομιλίες με την τουρκική κυβέρνηση ή απευθείας με τον Ερντογάν με στόχο μια συμφωνία για το Κυπριακό».
Από την πλευρά της η Τουρκία θα μπορούσε «να προσφέρει το άνοιγμα των λιμανιών της στο πλαίσιο μιας αναθεωρημένης Τελωνιακής Ένωσης. Για την ελληνοκυπριακή πλευρά κάτι τέτοιο θα ήταν ένα απτό βήμα προς την κατεύθυνση της αναγνώρισης και των διμερών σχέσεων» εκτιμά ο Καϊμάκ. Όπως όμως επισημαίνει «η ελληνοκυπριακή πλευρά είναι υπέρ της πολιτικής ισότητας στο πλαίσιο μιας ομοσπονδίας. Αυτό που φαίνεται να εξετάζει είναι μια ‘quid pro quo’ κατάσταση. Ωστόσο η τουρκική πλευρά έχει απομακρυνθεί πια από την ιδέα της ομοσπονδίας. Αν επικρατήσει η τουρκική πλευρά, κατά πάσα πιθανότητα μια συμφωνία δεν θα ήταν στη βάση της ομοσπονδίας».
Τι επιδιώκει η Τουρκία και τι οι Τουρκοκύπριοι
Ως προς τη σχέση Τατάρ-Ερντογάν και τις θέσεις τους, ο Καϊμάκ παρατηρεί ότι «δεν είναι σαφές σε ποιο βαθμό υπάρχει διάσταση απόψεων». Όπως σημειώνει «η τουρκοκυπριακή ηγεσία δεν λέει ότι η λύση των δύο κρατών είναι προϋπόθεση για τις διαπραγματεύσεις αλλά αναφέρεται στον όρο της ‘κυριαρχικής ισότητας΄ ως βάσης για διαπραγμάτευση». Για τον ίδιο είναι σίγουρα σαφές ότι η Τουρκία «θα επέμενε να γίνουν εκ των προτέρων γνωστά ορισμένα σημεία πριν προχωρήσουμε σε διαπραγματεύσεις». Όπως θυμάται, όταν το 2004 απορρίφθηκε το σχέδιο Ανάν από το εκλογικό σώμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, «το σχέδιο κρίθηκε άκυρο από τους συντάκτες του. Οι νομικοί διασφάλισαν ότι δεν θα διεξάγονταν περαιτέρω πολιτικές συζητήσεις στη βάση του Σχεδίου Ανάν. Χρειάστηκαν πολλά χρόνια για να επιστρέψουμε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και να οικοδομήσουμε αρκετή εμπιστοσύνη και σύγκλιση ώστε να φτάσουμε στο Κραν Μοντανά».
Όπως αναφέρει ο Καϊμάκ, «σύμφωνα με την τουρκική πλευρά ο Πρόεδρος Αναστασιάδης δεν ακολούθησε στο Κραν Μοντανά την οδό μιας πιθανής συμφωνίας». Μετά την αποτυχία στο Κραν Μοντανά «η Τουρκία είπε ‘δεν πρόκειται να το ξανακάνουμε’». Ενδιαφέρον έχει και η εκτίμησή του για την μελλοντική στάση της Τουρκίας. «Θα επιμείνει στο ζήτημα του status, πριν συμφωνήσει σε μια διαπραγματευτική διαδικασία κι αυτό διότι οι Τουρκοκύπριοι είτε ως πολιτική οντότητα ή κοινότητα είναι διεθνώς απομονωμένοι». Κι εδώ έγκειται βέβαια η όλη πολυπλοκότητα. «Ο όρος ‘κυριαρχική ισότητα’ φέρει μια ασάφεια. Συνεπάγεται διεθνή ισότητα και δύο κράτη. Υπό αυτή την έννοια δεν αποτελεί καν σημείο εκκίνησης για την ελληνοκυπριακή πλευρά» αναφέρει ο Ερόλ Καϊμάκ.
«Στο Κραν Μοντανά είχαν επιλυθεί αρκετά ζητήματα σχετικά με την πολιτική ισότητα και ο Χριστοδουλίδης υπόσχεται ότι δεν θα ακυρώσει καμία από αυτές τις συγκλίσεις. Πιστεύει ότι θα μπορούσε να επιλύσει το Κυπριακό, όταν οι προκάτοχοί του απέτυχαν. Στο τέλος του δρόμου βέβαια θα πρέπει να γίνει δημοψήφισμα». Ο ίδιος δεν βλέπει ωστόσο ρεαλιστική προοπτική για κάτι τέτοιο. «Η τουρκοκυπριακή πλευρά θα επιμείνει στην κυριαρχική ισότητα, κάτι που δεν πρόκειται να τεθεί υπό διαπραγμάτευση από την ελληνοκυπριακή πλευρά».
«Η Ελλάδα θα μπορούσε να αγνοήσει το Κυπριακό»
Μια επιπλέον «δυσάρεστη αλήθεια» είναι ότι «η ΕΕ δεν θέλει απαραίτητα επίλυση του Κυπριακού, διότι θα διευκόλυνε τις ενταξιακές συνομιλίες με την Τουρκία. Φυσικά η δημοκρατική οπισθοδρόμηση στην Τουρκία είναι επίσης βολική». Όπως σημειώνει «από τη μια πλευρά δεν υπάρχει μεγάλη όρεξη για διεύρυνση στην ΕΕ γενικά. Επιπλέον για την ελληνοκυπριακή πλευρά η καλύτερη εναλλακτική έναντι της μη συμφωνίας θα ήταν ότι το status quo είναι προτιμότερο από μια διευθέτηση». Παρά το ότι «ο Χριστοδουλίδης στο τέλος της ημέρας μας λέει ότι θέλει λύση και θα τη δώσει, είμαι απαισιόδοξος». Πρόκειται για ένα ανοιχτό ζήτημα 50 ετών με δύο χαμένα ορόσημα, το Σχέδιο Ανάν και το Κραν Μοντανά. «Ο χρόνος που περνά είναι υπέρ της τουρκικής πλευράς. Όσο συνεχίζονται όλα αυτά τόσο, τόσο λιγότερο αξιόπιστη γίνεται η ομοσπονδιακή λύση κι επομένως συζητούνται εναλλακτικά μοντέλα».
Όσο για την ελληνοτουρκική προσέγγιση, την αποτιμά θετικά: «Σε διμερές επίπεδο είναι πιο εύκολο να λύσεις το ζήτημα του Αιγαίου, παρά το Κυπριακό».Κατά την εκτίμησή του βλέπει «μια προσπάθεια εστίασης στη διμερή διάσταση και όχι στο να τεθούν όλα τα θέματα στο τραπέζι». Εντούτοις Ελλάδα και Τουρκία κατανοούν αμφότερες τη νέα «δυναμική» που στην ευρύτερη περιοχή. «Η Τουρκία δεν θα επιτρέψει να αμφισβητήσει η Ελλάδα τη Συμφωνία με την Λιβύη. Την ίδια ώρα Ελλάδα, Κύπρος και Ισραήλ έχουν το δικό τους ‘τρίγωνο’. Ίσως υπάρχει αμοιβαία ανάγκη να καθίσουν Ελλάδα και Τουρκία στο τραπέζι και να ‘κανονικοποιήσουν’ τις σχέσεις τους».
Ως προς το Κυπριακό ωστόσο, σχολιάζει ο Τουρκοκύπριος ειδικός: «Πιστεύω ότι Ελλάδα θα μπορούσε να αγνοήσει ή να αποστασιοποιηθεί από το Κυπριακό όσο είναι εφικτό. Όταν λέω ότι ο Χριστοδουλίδης παρουσιάζει τον εαυτό του ως ειλικρινή διαπραγματευτή για το Κυπριακό, έχω την εντύπωση ότι επίσης κατανοεί ότι η διεθνής κοινότητα είναι ολοένα πιο πρόθυμη να αποδεχτεί τη διχοτόμηση της Κύπρου ως de facto πραγματικότητα. Και φυσικά, εάν γίνει αποδεκτή η de facto πραγματικότητα μιας διαίρεσης, το επόμενο ερώτημα είναι πώς θα ομαλοποιηθεί. Και ως προς αυτό, ο χρόνος είναι πάλι με το μέρος της Τουρκίας.»