Πώς οι Τρεις Μάγοι έφτασαν στην Κολωνία
6 Ιανουαρίου 2024Το μακρύ ταξίδι των Τριών Μάγων, η μνήμη των οποίων τιμάται κάθε χρόνο στις 6 Ιανουαρίου, στη Ρηνανία ξεκινά με την ιστορία της ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας – και της μητέρας ενός διάσημου αυτοκράτορα: Το 313 ο αυτοκράτορας Μέγας Κωνσταντίνος, ηγεμόνας της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, κατοχύρωσε στο Διάταγμα των Μεδιολάνων την ανεξιθρησκία, αναγνωρίζοντας τον χριστιανισμό ως νόμιμη θρησκεία.
Πολλοί Ρωμαίοι απαρνήθηκαν τους θεούς της αρχαιότητας και ασπάστηκαν τον χριστιανισμό. Μεταξύ αυτών και η Ελένη, η μητέρα του αυτοκράτορα, η οποία ήταν επιπλέον αποφασισμένη να εντοπίσει όλα τα μέρη και αντικείμενα που σχετίζονταν με τον Ιησού από τη Ναζαρέτ. Η Ελένη φέρεται να ήταν εκείνη που ανακάλυψε στην Ιερουσαλήμ και τον σταυρό, πάνω στον οποίο ξεψύχησε ο Ιησούς. Στην αναζήτησή της για διάφορα λείψανα η Ελένη πρέπει να βρήκε και τους Τρεις Μάγους.
Για τη μητέρα του αυτοκράτορα τα λείψανα αυτά ήταν μεγάλης αξίας, γι’ αυτό και αποφάσισε να τα μεταφέρει στην Κωνσταντινούπολη. Όμως σύντομα ο αυτοκράτορας δώρισε τα λείψανα στον Επίσκοπο Ευστόργιο του Μεδιολάνου (σημερινού Μιλάνου), ο οποίος τα τοποθέτησε σε μία μαρμάρινη κιβωτό.
Από το Μιλάνο στην Κολωνία ως λάφυρα πολέμου
Ο Ευστόργιος μετέφερε τα λείψανα με κάρο από την Κωνσταντινούπολη ως την Ιταλία. Προς το τέλος του μεγάλου αυτού ταξιδιού τα ζώα που τραβούσαν το κάρο, εξαντλημένα από την απόσταση περίπου 2.000 χιλιομέτρων που είχαν διανύσει, κατέρρευσαν κοντά στις πύλες της πόλης. Εκεί ακριβώς – σύμφωνα τουλάχιστον με τον θρύλο – ο Ευστόργιος έχτισε μία Βασιλική (σημερινή Βασιλική του Αγίου Ευστοργίου), όπου και τοποθέτησε τα λείψανα των Τριών Μάγων.
Εκεί παρέμειναν τα λείψανα για περισσότερους από επτά αιώνες – έως ότου ο αυτοκράτορας Φρειδερίκος Α’, γνωστός ως Βαρβαρόσα, πολιόρκησε το Μιλάνο το 1162. Στο πλευρό του ήταν και ο Αρχιεπίσκοπος Κολωνίας Ράιναλντ φον Ντάσελ, ο οποίος πέραν από άνθρωπος της εκκλησίας ήταν επίσης επί τιμή καγκελάριος της Ιταλίας, αλλά και διοικητής των στρατευμάτων του Βαρβαρόσα. Όταν η πόλη έπεσε, ο φον Ντάσελ πήρε τα οστά των Τριών Μάγων ως λάφυρα.
«Ένας μοναδικός θησαυρός»
Όταν ο Αρχιεπίσκοπος φτάνει τον Ιούλιο του 1164 στην Κολωνία, οι κάτοικοι της πόλης τον υποδέχονται με ενθουσιασμό – διότι φέρνει μαζί του έναν «μοναδικό θησαυρό, πολυτιμότερο από κάθε χρυσό και πολύτιμο λίθο», όπως γράφει ο ίδιος.
«Το εντυπωσιακό είναι πως δεν υπάρχουν πηγές για την ύπαρξη των λειψάνων πριν το 1162», λέει στην DW ο Ματίας Ντεμλ, εκπρόσωπος Τύπου της Dombauhütte Köln που είναι υπεύθυνη για τη διατήρηση και ανακαίνιση του Ναού της Κολωνίας. «Όταν όμως τα λείψανα φτάνουν στην Κολωνία, η ύπαρξή τους είναι γνωστή σε όλον τον κόσμο, διότι σε κάθε τόπο, από τον οποίο περνούσε, ο Ντάσελ φρόντιζε να διαφημίζει πως έχει τα οστά των Τριών Μάγων στην κατοχή του».
Οι ιστορίες του μοναχού από το Χίλντεσχαϊμ
Δεν υπάρχουν ιστορικά τεκμήρια που να επιβεβαιώνουν την ιστορία της Ελένης και του Ευστοργίου. Το μόνο που επιβεβαιώνεται είναι η μεγαλειώδης άφιξη των λειψάνων στην Κολωνία.
Όπως αναφέρει ο Ματίας Ντεμλ, ο Καρμελίτης μοναχός Ιωάννης του Χίλντεσχαϊμ εμπλούτισε τον μύθο των Τριών Μάγων, γράφοντας πως μετά την επίσκεψή τους στη φάτνη του Ιησού δεν θέλησαν να χωριστούν ξανά. Αργότερα, οι Τρεις Μάγοι συναντήθηκαν κάποια μέρα με τον απόστολο Θωμά, ο οποίος τους είπε περισσότερα για τη ζωή του Χριστού – και τους χειροτόνησε Επισκόπους.
Ο μοναχός Ιωάννης εμπλούτισε με ένα «θαύμα» και τον θάνατο των Τριών Μάγων: ο γηραιότερος εκ των Τριών Μάγων, που είχε πεθάνει, έκανε χώρο μέσα στον τάφο του για τον δεύτερο Μάγο, όταν πέθανε κι αυτός. Και αμφότεροι παραμέρισαν επίσης για τον νεότερο Μάγο, όταν ο τάφος ανοίχθηκε για να τοποθετηθεί και εκείνος δίπλα στους δύο συντρόφους του.
Τα ονόματα των Τριών Μάγων – Γασπάρ, Μελχιόρ και Βαλτάσαρ – αναφέρονται για πρώτη φορά περίπου το 500 μ.Χ., ενώ είχαν και μία συμβολική σημασία: κατά την καθολική εκκλησία αντιπροσώπευαν τις τρεις ηπείρους που ήταν γνωστές προ 2.000 ετών, δηλαδή την Αφρική, την Ασία και την Ευρώπη – επισημαίνοντας έτσι πως ο Ιησούς τιμάται σε ολόκληρο τον κόσμο.
Ο Φίλιπ φον Χοχστάντεν, διάδοχος του Αρχιεπισκόπου φον Ντάσελ που πέθανε το 1167, παρήγγειλε μία χρυσή λειψανοθήκη, την οποία κατασκεύασε ένας από τους πιο επιδέξιους χρυσοχόους του Μεσαίωνα, ο Νικόλαος του Βερντέν.
Καθημερινά συνέρρεαν αμέτρητοι προσκυνητές για να δουν τη λειψανοθήκη των Τριών Μάγων. Οι ιερείς του ναού έπιαναν με ασημένιες λαβίδες νομίσματα, πλακέτες ή μεταξένια υφάσματα των πιστών, τα οποία στη συνέχεια ακουμπούσαν για λίγο μέσα στη λειψανοθήκη. Η επαφή με τα λείψανα πιστευόταν πως προφύλασσε από το κακό, εξηγεί ο Ματίας Ντεμλ, όπως για παράδειγμα από τις ασθένειες, από τις πυρκαγιές ή από τους κλέφτες.
Η κατασκευή του νέου Καθεδρικού
Αυτοκράτορες και βασιλιάδες ταξίδευαν στην Κολωνία για να προσκυνήσουν τα λείψανα των Τριών Μάγων. Σύντομα ο παλιός Καθεδρικός της Κολωνίας δεν μπορούσε να φιλοξενήσει τους εκατοντάδες προσκυνητές που έρχονταν απ’ όλη την Ευρώπη – γι’ αυτό και έπρεπε να χτιστεί ένας καινούριος ναός.
Το 1248 ξεκίνησε η κατασκευή ενός γοτθικού ναού που να αντανακλά το κύρος του θησαυρού που θα φιλοξενούσε. Έπρεπε όμως να φτάσει το έτος 1880 για να ολοκληρωθεί ο ναός – έπειτα από 632 χρόνια.
Η ιστορία των Τριών Μάγων έχει επιβιώσει μέσα στα βάθη των αιώνων. Το ερώτημα όμως παραμένει: είναι πράγματι αυτά τα λείψανά τους;
«Σίγουρα δεν επρόκειτο απλώς για κάποιο παραμύθι», λέει ο Ματίας Ντεμλ. Η λειψανοθήκη ανοίχθηκε τον 19ο αιώνα και κατόπιν εξέτασης των λειψάνων διαπιστώθηκε πως ήταν τυλιγμένα σε παλιά μεταξωτά υφάσματα από την Παλμύρα (σήμερα πρόκειται για έδαφος της Συρίας), χρονολογούμενα από την ύστερη αρχαιότητα. Τα λείψανα «τιμώνται εδώ και αιώνες. Το κατά πόσον πρόκειται για τους Τρεις Μάγους, είναι τελικά θέμα πίστης».
Επιμέλεια: Γιώργος Πασσάς