Πόσο κοστίζει ένα σπίτι στην Ευρώπη;
17 Αυγούστου 2024Το Παρίσι παραμένει η ακριβότερη ευρωπαϊκή μεγαλούπολη, σε ότι αφορά την αγορά κατοικίας στην ελεύθερη αγορά, με μέσο όσο 14.900 ευρώ ανά τετραγωνικό. Τη σχετική έρευνα δημοσιεύει η εφημερίδα Handelsblatt, επισημαίνοντας ότι τέσσερεις γερμανικές πόλεις βρίσκονται στη σχετική πρώτη δεκάδα. Το Μόναχο (10.900 ευρώ), η Φρανκφούρτη (7.700 ευρώ), το Βερολίνο (7.300) και το Αμβούργο (7.100). Σταθερά στην πρώτη δεκάδα παραμένουν Λονδίνο, Άμστερνταμ και Όσλο. Η σχετική έρευνα έγινε από την συμβουλευτική εταιρεία Deloitte και καταλήγει μάλλον σε αντιφατικά συμπεράσματα, που είναι ενδεικτικά των καιρών μας και των απανωτών κρίσεων. Επισημαίνεται ότι η αγορά ακινήτων έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια.
Γράφει χαρακτηριστικά το σχετικό άρθρο: «Η βασική τάση είναι ξεκάθαρη: Αφού οι περισσότερες ευρωπαϊκές αγορές ακινήτων έχουν υποφέρει πολύ από τις αυξήσεις των επιτοκίων και τις αυξανόμενες τιμές της ενέργειας και των πρώτων υλών τα τελευταία χρόνια και χρειάστηκε να μειώσουν απότομα τις προσδοκίες τους, βλέπουμε μια προσεκτική ομαλοποίηση των συνθηκών της αγοράς στη σημερινή μας κατάσταση. Ωστόσο, αυτή η ανάκαμψη επηρεάζει τις επιμέρους περιοχές σε διαφορετικούς βαθμούς και ταχύτητες».
Υπάρχουν σαφείς διαφορές μεταξύ των μεγάλων μητροπόλεων και των περιφερειών. Η πτώση των τιμών αγοράς δεν ήταν παντού ομοιόμορφη - και τα ενοίκια δεν αυξήθηκαν με τον ίδιο ρυθμό σε όλη την Ευρώπη. Η απόκλιση μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών εξακολουθεί να είναι μεγάλη. Σε χώρες όπως η Ιταλία, οι αγοραστές πρέπει να πληρώσουν κατά μέσο όρο μόνο 2.118 ευρώ, όπως εξηγεί η Deloitte. Σύμφωνα με τη μελέτη, η Ελλάδα είναι συγκριτικά φθηνή στα 1.463 ευρώ το τετραγωνικό μέτρο. Αλλά οι τιμές ποικίλλουν σημαντικά ανάλογα με την τοποθεσία και την περιοχή. Σύμφωνα με την έρευνα, οι λόγοι για τις υψηλές τιμές είναι συχνά οι καλές υποδομές και η καλύτερη ποιότητα ζωής από ό,τι σε άλλα μέρη της Ευρώπης.
Γαλλία. Επιστροφή στην κρίση
Η tagessschau της γερμανικής τηλεόρασης ARD αναφέρεται στο διάλειμμα πολιτικής που μπόρεσε να απολαύσει κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων ο πρόεδρος Μακρόν. Τώρα όμως οφείλει να ανοίξει τα χαρτιά του και να ξεκαθαρίσει ποιος θα είναι ο επόμενος πρωθυπουργός. Το συγκεκριμένο ρεπορτάζ αναφέρει χαρακτηριστικά: «Επί δύο εβδομάδες θα έλεγε κανείς ότι η Γαλλία είχε μετατραπεί σε μια ζώνη άνευ πολιτικής. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες επισκίασαν τα πάντα. Έδωσε αυτό στον Πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν λίγη ανάσα; Ναι και όχι, λέει ο πολιτικός επιστήμονας Μπέντζαμιν Μορέλ στον ραδιοφωνικό σταθμό France Info: «Έχουμε ακόμη κοινοβουλευτικό αδιέξοδο, ανεξάρτητα από το πώς φαίνεται μια μελλοντική κυβέρνηση, δεν υπάρχει σαφής πλειοψηφία στο κοινοβούλιο για να στηρίξει αυτήν την κυβέρνηση». Οι τελευταίες εβδομάδες ήταν ένα «μαγικό διάλειμμα», κατά το οποίο η πολιτική κρίση αγνοήθηκε, εξηγεί ο Μορέλ στη συνέντευξη «Αυτό αφαίρεσε λίγη πίεση από τον Εμανουέλ Μακρόν για τον διορισμό του πρωθυπουργού. Αλλά ο Μακρόν εξακολουθεί να έχει πάντα τα ίδια χαρτιά στα χέρια του.»
Το ρεπορτάζ συνεχίζει λέγοντας ότι «η αριστερή συμμαχία προσπαθεί τώρα να αυξήσει την πίεση στον πρόεδρο. Η υποψήφιά της για πρωθυπουργός, η Λουσί Καστέτ, έστειλε επιστολή σε όλους τους βουλευτές και τους γερουσιαστές - εκτός από εκείνους του ακροδεξιού Εθνικού Συναγερμού (RN), στον οποίο εξακολουθεί να δίνει τον τόνο η Μαρίν Λεπέν. Σε αυτή την επιστολή, η 37χρονη ανώτατη δημόσια υπάλληλος εξηγεί πέντε πολιτικές προτεραιότητές της, όπως η κατάργηση της συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης και η φορολογική δικαιοσύνη. Αυτή είναι μια βάση εργασίας, με τη διεκδίκηση της ηγεσίας από την αριστερή συμμαχία, λέει η Ντανιέλ Ομπόνο, βουλευτής του ακροαριστερού κόμματος LFI. "Η λογική των θεσμών απαιτεί να διοριστεί ο υποψήφιος της αριστερής συμμαχίας. Έχουμε μόνο μια πολύ οριακή πλειοψηφία, όμως, γι' αυτό γράφτηκε αυτή η επιστολή στην οποία παρουσιάζουμε τις πέντε κύριες προτεραιότητές μας», εξηγεί ο πολιτικός. Η αριστερή συμμαχία καλεί τις δημοκρατικές δυνάμεις να πάρουν θέση σε αυτά τα σημεία.»
Το ρεπορτάζ καταλήγει λέγοντας ότι ο χρόνος πιέζει τον Γάλλο πρόεδρο, ο οποίος σκοπεύει να συναντήσει την κοινοβουλευτική ομάδα και τους αρχηγούς των κομμάτων για συνομιλίες στις 23 Αυγούστου. Ωστόσο, δεν είναι ακόμη σαφές πότε θα διορίσει αρχηγό κυβέρνησης. Όμως ο χρόνος σταδιακά εξαντλείται. Έως τα μέσα Σεπτεμβρίου, το προσχέδιο προϋπολογισμού για το επόμενο έτος πρέπει να εγκριθεί τόσο από το Συμβούλιο της Επικρατείας όσο και από το Ανώτατο Συμβούλιο Δημοσίων Οικονομικών. Πρέπει να κατατεθεί στη Βουλή μέχρι τις αρχές Οκτωβρίου.»
Γερμανία. Η κυβέρνηση των αδύναμων
Σκληρή γλώσσα χρησιμοποιεί για την κυβέρνηση μεγάλη μερίδα του γερμανικού Τύπου μετά τη νέα επίτευξη συμβιβασμού για τον προϋπολογισμό του 2025. Στην αδυναμία ηγεσίας του καγκελάριου Σολτς στέκεται η Süddeutsche Zeitung. To σχετικό σκωπτικό σχόλιο είναι χαρακτηριστικό: «Habemus Προϋπολογισμό - μετά από περισσότερους από έξι μήνες διαπραγματεύσεων, οι ηγέτες της συμμαχίας του φωτεινού σηματοδότη συμφώνησαν ουσιαστικά σε ένα προσχέδιο προϋπολογισμού για το 2025. Είμαστε σχεδόν διατεθειμένοι να φωνάξουμε "Σας ευχαριστούμε θερμά, τόσο μεγάλη είναι η ανακούφιση που τα σπρωξίματα και η γκρίνια, τα παζάρια και η αμηχανία τελειώνουν". Ποτέ πριν στη μεταπολεμική ιστορία της Γερμανίας δεν ήταν πολιτικό κατόρθωμα η ολοκλήρωση αυτού που είναι ίσως ο πιο προφανής και κοινός νόμος που πρέπει να εισάγει μια ομοσπονδιακή κυβέρνηση κατά τη διάρκεια κάθε ημερολογιακού έτους: τον νόμο για τον προϋπολογισμό».
Στην δυσλειτουργία της τρικομματικής κυβέρνησης αναφέρεται και η Frankfurter Allgemeine Zeitung σε αρκετά σκληρούς τόνους: «Η χώρα χρειάζεται επειγόντως ένα τράνταγμα που θα την βγάλει από τον λήθαργο. Δεν βοηθάει αν η διάχυτη εντύπωση της έλλειψης προοπτικών αυξάνει τον αριθμό των ψυχικά καταβεβλημένων και θυμωμένων πολιτών που καταπονούνται τόσο πολύ μέχρι να φτάσουν στα πρόθυρα της έκρηξης. Tέτοιοι άνθρωποι σίγουρα δεν πάνε τη χώρα μπροστά. Αυτό που χρειάζεται είναι μια αξιόπιστη, θετική αφήγηση που βασίζεται στις ευκαιρίες, με τις οποίες συνδέεται πλέον κάθε αλλαγή. Αρχικά θα ήταν δουλειά της κυβέρνησης να δείξει τους δρόμους προς τα εμπρός και να θέσει το πλαίσιο, ώστε να μπορούν να ακολουθηθούν. Ωστόσο, αυτό δεν είναι αναμενόμενο. Μάλλον, με την προφανή αποσύνθεσή της, αυτή η ίδια η κυβέρνηση στέλνει τρομακτικά σήματα παρακμής.
Ένα άβολο ρητό λέει ότι κάθε λαός έχει την κυβέρνηση που του αξίζει. Αυτό σημαίνει: Τα πράγματα θα προχωρήσουν μόνο εάν οι άνθρωποι σκεφτούν και κάνουν ενεργό το ρόλο τους για να αναζωογονηθεί αυτή η αποκλεισμένη χώρα. Πολλά έργα υποδομής αποτυγχάνουν όχι κυρίως λόγω έλλειψης χρημάτων, αλλά λόγω αντιρρήσεων των πολιτών. Μερικά από τα μικρά πράγματα σχετικά με τη γραφειοκρατία και τη ρύθμιση απευθύνονται σε ανθρώπους που βρίσκουν έναν σωρό κανονισμών περισσότερο καθησυχαστικό παρά άβολο. Απομένουν πολλά να γίνουν από πολλούς».