Με προσφυγή κατά του Βερολίνου απειλεί η Rosneft
17 Σεπτεμβρίου 2022Φουντώνει ο ενεργειακός πόλεμος μεταξύ Μόσχας και Βερολίνου μετά τις εξελίξεις στο πεδίο των θυγατρικών εταιρειών ρωσικών ενεργειακών κολοσσών στη Γερμανία. Χθες η γερμανική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θέτει υπό κρατική διαχείριση τις δύο γερμανικές θυγατρικές εταιρείες του ρωσικού κρατικού ενεργειακού κολοσσού Rosneft καθώς και τρία διυλιστήρια ρωσικού πετρελαίου, με κρισιμότερο το διυλιστήριο στο Σβεντ του Βρανδεβούργου.
Σήμερα ήρθε όμως η σκληρή απάντηση από την πλευρά της Ρωσίας, ότι δηλαδή προτίθεται να κινηθεί νομικά κατά της γερμανικής κυβέρνησης θεωρώντας την κίνησή της «παράνομη» διότι αποτελεί «αναγκαστική απαλλοτρίωση ρωσικών περιουσιακών στοιχείων στη Γερμανία».
Στην ανακοίνωσή της η ρωσική Ρόσνεφτ αναφέρει συγκεκριμένα ότι «παραβιάζονται θεμελιώδεις αρχές της οικονομίας της αγοράς και των πολιτισμένων θεμελίων μιας σύγχρονης κοινωνίας, η οποία βασίζεται στην αρχή του απαραβίαστου της ιδιωτικής ιδιοκτησίας». Από την πλευρά της η γερμανική κυβέρνηση φαίνεται πάντως αποφασισμένη να προχωρήσει στο σχέδιο κρατικής διαχείρισης τόσο του διυλιστηρίου στο Σβεντ όσο και των άλλων δύο διυλιστηρίων σε Βάδη-Βυρτεμβέργη και Βαυαρία. Ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς, αναφερόμενος στην περίπτωση του Σβεντ ειδικότερα, έκανε λόγο για μια απόφαση που σχετίζεται με την «διασφάλιση της ενεργειακής ασφάλειας της χώρας».
Νέες εκκλήσεις για φρένο στις τιμές φυσικού αερίου και ηλεκτρικoύ
Την ίδια ώρα σε δραματικούς τόνους συνεχίζονται οι εκκλήσεις φορέων στη Γερμανία για τον βαρύ χειμώνα που πλησιάζει. Η Ένωση Γερμανικών Δήμων και Κοινοτήτων επανέρχεται σήμερα ζητώντας να μπει αμέσως «φρένο και στην τιμή του φυσικού αερίου και ηλεκτρικού» προκειμένου να αποφευχθεί το σενάριο ύφεσης και αύξησης της ανεργίας. «Αυτό επιδιώκει άλλωστε ο Πούτιν» ανέφερε σε συνέντευξή του στη Neue Osnabrücker Zeitung ο Γκερντ Λάντσμπεργκ, επικεφαλής της Ένωσης.
Όπως φαίνεται, αναφέρει ο ίδιος, δεν αναμένεται να σταματήσει σύντομα η εκρηκτική άνοδος στις τιμές ενέργειας, ενώ τονίζει ότι υπάρχουν δομές, στις οποίες δεν είναι εφικτό εκ των πραγμάτων να γίνει εξοικονόμηση ενέργειας εξαιτίας των σκοπών που εξυπηρετούν. Ο λόγος για νοσοκομεία, γηροκομεία, σχολεία, νηπιαγωγεία.
Σε παρόμοια δυσχερή κατάσταση βρίσκεται και η Ένωση Κοινωφελών Επιχειρήσεων Παραγωγής Ηλεκτρισμού, κρούωντας τον κώδωνα του κινδύνου για ενδεχόμενη αδυναμία πληρωμών σε περίπτωση που δεν υπαχθούν άμεσα σε μια «ασπίδα προστασίας» με τη μορφή ενός νέου πακέτου διάσωσης. Η ίδια Ένωση εκτιμά τέλος ότι οι λογαριασμοί ρεύματος για τους καταναλωτές θα μπορούσαν να αυξηθούν κατά 60% μέχρι τις αρχές του 2023.
Δήμητρα Κυρανούδη, Βερολίνο