Ισπανία: Πολιτικά παιχνίδια με τη δικαιοσύνη
24 Δεκεμβρίου 2022Η αντιδικία ξεκίνησε το 2018, με το Λαϊκό Κόμμα (PP) της αντιπολίτευσης να μπλοκάρει τον ορισμό νέων δικαστών, για να εξελιχθεί σε «θέαμα, που μόνο δυσπιστία προκαλεί στους πολίτες», όπως παρατηρεί ο αρχισυντάκτης της εφημερίδας La Vanguardia, Τζόρντι Χουάν. Πολιτικοί αναλυτές διαβλέπουν πλέον «κινδύνους για τα θεσμικά θεμέλια της ισπανικής Δημοκρατίας». Σε αυτό συμφωνούν μάλιστα κυβέρνηση και αντιπολίτευση. Μόνο που ο ένας επιρρίπτει στον άλλον την ευθύνη για την θεσμική εκτροπή. Το διακύβευμα είναι η επιρροή της πολιτικής στη Δικαιοσύνη.
Περίπλοκοι συσχετισμοί ισχύος στο Συνταγματικό Δικαστήριο
Όλα ξεκίνησαν όταν ο σοσιαλδημοκράτης (PSOE) πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ επιχείρησε να μεταβάλει τους πολιτικούς συσχετισμούς στο Συνταγματικό Δικαστήριο της Ισπανίας - όπου την πλειοψηφία κατέχουν οι δικαστές συντηρητικών πεποιθήσεων - και μάλιστα πριν από τις εκλογές του 2023. Και αυτό γιατί, όπως ισχυρίζεται ο σοσιαλιστής πρώην πρόεδρος της Βουλής Πάξι Λόπεζ, οι δικαστές «είχαν ταμπουρωθεί πίσω από τους νόμους». Αυτό που φοβούνται οι Σοσιαλιστές είναι ότι η συντηρητική πλειοψηφία θα αρχίσει να απορρίπτει σωρηδόν τα νομοθετήματα της κυβέρνησης, επικαλούμενη προσκόμματα νομικής φύσεως και επισκιάζοντας τον επικείμενο προεκλογικό αγώνα.
Σε ένα πρώτο βήμα η κυβέρνηση Σάντσεθ επιχείρησε να αλλάξει τον τρόπο εκλογής των δικαστών στο «Συμβούλιο της Δικαιοσύνης» (CGPJ), το οποίο δεν εκδικάζει υποθέσεις, αλλά ορίζει τους δικαστές των ανωτάτων δικαστηρίων. Κάποιοι το αποκαλούν «εκτελεστική εξουσία της Δικαιοσύνης», αλλά έχει παραλύσει από το 2018, όταν κυβέρνηση και αντιπολίτευση δεν κατάφεραν να βρουν έναν συμβιβασμό για την ανανέωση της σύνθεσης του Συμβουλίου, όπως όριζε ο νόμος.
Το Συμβούλιο καλείται να ορίσει κάθε τρία χρόνια δύο νέα πρόσωπα για το Συνταγματικό Δικαστήριο της Ισπανίας, ενώ το ίδιο κάνει και η κυβέρνηση από την πλευρά της. Μόνο που οι τέσσερις νέοι δικαστές θα πρέπει να αναλάβουν καθήκοντα από κοινού. Καθυστερώντας το αρχικό βήμα, δηλαδή την εκλογή δικαστών στο Συμβούλιο της Δικαιοσύνης, η συντηρητική πλειοψηφία παρακωλύει εκ των πραγμάτων ολόκληρη τη διαδικασία. Με διαδικασίες-εξπρές η κυβέρνηση επιχειρεί να άρει τα εμπόδια, θεσπίζοντας την απλή πλειοψηφία για την εκλογή νέων μελών στο Συμβούλιο της Δικαιοσύνης, αντί της ενισχυμένης πλειοψηφίας τριών πέμπτων που ισχύει σήμερα. Το αποτέλεσμα ήταν να προσφύγει στο Συνταγματικό Δικαστήριο το Λαϊκό Κόμμα της αντιπολίτευσης, επικρίνοντας όχι τις αλλαγές καθεαυτές, αλλά τη «διαδικασία του επείγοντος», καθώς και το ότι στο επίμαχο πολυ-νομοσχέδιο της κυβέρνησης περιλαμβάνονται και άλλα φλέγοντα ζητήματα, όπως η μείωση ποινής για Καταλανούς αυτονομιστές.
«Φρένο» από το Συνταγματικό Δικαστήριο
Τελικά η συντηρητική πλειοψηφία των δικαστών ενέκρινε την προσφυγή του Λαϊκού Κόμματος. Ήταν η πρώτη φορά μετά τη δικτατορία του Φράνκο και την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, που διακόπτει τη νομοθετική διαδικασία μίας εκλεγμένης κυβέρνησης. Για τον πρόεδρο του Λαϊκού Κόμματος Αλμπέρτο Νούνιεθ Φεϊχόο αυτό σημαίνει ότι «ενισχύεται η Δημοκρατία» στην Ισπανία. Αντιθέτως, ο βουλευτής του PSOE Φελίπε Σισίλια συγκρίνει την παρέμβαση των δικαστών με την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος του συνταγματάρχη Τεχέρο τον Φεβρουάριο του 1981.
«Το Λαϊκό Κόμμα αντιποιείται μία εξουσία, την οποία ασφαλώς δεν του είχαν αναθέσει οι ψηφοφόροι», καταγγέλλει ο πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ. Ο ίδιος τονίζει ότι οι Σοσιαλιστές, από κοινού με τα μικρότερα κόμματα που στηρίζουν την κυβέρνησή του, θα επαναφέρουν την επίμαχη διάταξη στη Βουλή, χωρίς να τη συνδέουν αυτή τη φορά με αλλότρια θέματα. Σε αυτή την περίπτωση δεν αποκλείεται νέα προσφυγή της συντηρητικής αντιπολίτευσης. Ο πρόεδρος του Λαϊκού Κόμματος έχει αφήσει να εννοηθεί ότι θα συναινούσε στις προτάσεις Σάντσεθ, εάν τουλάχιστον ο πρωθυπουργός ανακαλούσε τις ευεργετικές διατάξεις για τους Καταλανούς αυτονομιστές. Αλλά κάτι τέτοιο θα προκαλούσε νέο «πονοκέφαλο» για την κυβέρνηση Σάντσεθ στη βορειοανατολική Ισπανία.
Γιαν Ούβε Ρονεμπούργκερ (DPA)
Επιμέλεια: Γιάννης Παπαδημητρίου