Welt: Η Μικρασιατική Καταστροφή συνέπεια παράνοιας...
5 Σεπτεμβρίου 2022Εκατό χρόνια συμπληρώνονται τον φετινό Σεπτέμβριο από την Μικρασιατική Καταστροφή και τα αφιερώματα δεν λείπουν ούτε από τον γερμανικό Τύπο. Η κυριακάτικη Welt σε μακροσκελή ιστορική της ανάλυση καταγράφει λεπτομερώς το χρονικό της καταστροφής δίνοντας μια συνολική εικόνα των τραγικών εκείνων ημερών για την κοσμοπολίτικη πόλη της Μικράς Ασίας. «Η καταστροφή της Σμύρνηςήταν συνέπεια της παράνοιας, της λεηλασίας και της εκδίκησης, μέσα στην οποία χάθηκαν οι νικητές του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Πρώτα οι Έλληνες κι έπειτα οι Τούρκοιστράφηκαν ο ένας εναντίον του άλλου. Οι Έλληνες έχασαν και εγκατέλειψαν τη Σμύρνη, μετά από τη μανιώδη βία της Τουρκίας. Η ιστορία 500 ετών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας κατέληξε σε μια σφαγή που έτρεψε σε φυγή εκατομμύρια ανθρώπους από τις εστίες τους και οι συνέπειες της οποίας είναι μέχρι σήμερα πολιτικά εκρηκτικές» αναφέρει το αφιέρωμα, το οποίο παρουσιάζει τα ιστορικά γεγονότα και από τις δυο πλευρές: Μεγάλη Ιδέα, μικρασιατική εκστρατεία, άνοδος του Κεμάλ, κεμαλική αντεπίθεση…
«Ο πόλεμος δεν διεξαγόταν μόνο με τακτικό στρατό. Έλληνες όσο Τούρκοι διέθεταν αντάρτικές ομάδες, οι οποίες δεν ένιωθαν να δεσμεύονται από κανενός είδους δίκαιο του πολέμου» αναφέρει η εφημερίδα σε άλλο σημείο. Το αφιέρωμα όμως αναφέρεται και στον σκιώδη ρόλο των ξένων, δυτικών δυνάμεων που βρίσκονταν στο λιμάνι της Σμύρνης τις τελευταίες ώρες πριν την ολική καταστροφή. «Η συμπεριφορά των Ευρωπαίων οδήγησε σε σκληρές καταστάσεις. Ένω όσοι αναζητούσαν προστασία –κάτοικοι, πρόσφυγες, στρατιώτες του ελληνικού στρατού– συνωστίζονταν στην προκυμαία, ‘στα ξένα εμπορικά πλοία αλλά και θωρηκτά έβλεπε κανείς ξεκάθρα να στρέφονται οι κάμερες προς το μέρος μας και να κινηματογραφούν τη δυστυχία μας’, σύμφωνα με τον Αρμένιο γιατρό Γκαραμπέρ Χατσεριάν».
Το ρεπορτάζ διατρέχει όλη την περιόδο από την καταστροφή της Σμύρνης μέχρι τη Συνθήκη της Λωζάνης «που υπέγραψαν οι νικήτριες δυνάμεις του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου με την Τουρκία τον Ιούλιο του 1923 καταλήγοντας σε ένα σκληρό συμπέρασμα: Η Ελλάδα έχασε τη Σμύρνη και την Ανατολική Θράκη. Η Τουρκία και η Σοβιετική Ένωση είχαν προηγουμένως χωρίσει στα δύο την Αρμενία (…) 400.000 Χριστιανοί έπρεπε τώρα να εγκαταλείψουν την Τουρκία. Αντίστοιχα 500.000 μουσουλμάνοι της Ελλάδας έχασαν τα σπίτια τους. Δεδομένου ότι κριτήριο δεν ήταν η γλώσσα ή η εθνικότητα, αλλά η θρησκεία, οι μειονότητες βυθίστηκαν επίσης στη δίνη απελάσεων. Η ιστορία 3000 χρόνων του Ελληνισμού στη Μικρά Ασία έκλεισε με τη ‘μικρασιατική καταστροφή’».
Μια δικαστής «αρνήτρια του Ολοκαυτώματος» και ο Μητσοτάκης
Στην αμφιλεγόμενη προαγωγή της δικαστικού Μαριάνθης Παγουτέλη στη θέση της αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου αναφέρεται ρεπορτάζ στην εφημερίδα ΤΑΖ, το οποίο σημειώνει: «Η συντηρητική κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη προήγαγε μια δικαστικό, φερόμενη αντισημίτρια και αρνήτρια του Ολοκαυτώματος στη θέση της αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου, προκαλώντας σάλο στην Ελλάδα (…) H Παγουτέλη είναι άκρως αμφιλεγόμενη. Η δικαστής στη διάσημη δίκη για το αντισημιτικό βιβλίον ‘Εβραίοι, όλη η αλήθεια’ είχε ταχθεί υπέρ της αθώωσης του γνωστού ακροδεξιού συγγραφέα Κωνσταντίνου Πλεύρη. Η δίκη τελικά ολοκληρώθηκε με καταδίκη του Πλεύρη. Η Παγουτέλη ωστόσο μειοψήφισε υπέρ της αθώωσης του, αιτιολογώντας το σκεπτικό της σε 32 σελίδες. Μεταξύ άλλων ανέφερε τα εξής: 'Ο συγγραφέας Πλεύρης αναφέρεται σε αποσπάσματα από τα ιερά βιβλία του Ταλμούδ. Αυτά περιέχουν αναμφίβολα μισαλλόδοξες και αντιχριστιανικές διδασκαλίες που έρχονται σε αντίθεση με κάθε έννοια ουμανισμού. Δικαίως λοιπόν ο Πλεύρης επισημαίνει ότι ο Εβραίος που τα οικειοποιείται φανερά στερείται ανθρωπισμού'».
Η ΤΑΖ αναφέρεται μεταξύ άλλων και σε ένα μπλογκ που διατηρούσε η Παγουτέλη, όπου αποκαλούσε «μύθο» το Ολοκαύτωμα, προκειμένου οι Εβραίοι να αποσπάσουν χρήματα για την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ. «Η Παγουτέλη δεν παραδέχτηκε ότι επρόκειτο για δικό της ιστολόγιο. Ωστόσο, πολιτικοί παρατηρητές δεν το πιστεύουν» σημειώνει η ΤΑΖ. Παρά τις αμφιλεγόμενες απόψεις, γεγονός είναι ότι πλέον προάγεται στον Άρειο Πάγο, σημειώνει η εφημερίδα, κάνοντας αναφορά στην έντονη αντίδραση του Κεντρικού Ισραηλιτικού Συμβουλίου Ελλάδας.
Γιατί ο Μίκης Θεοδωράκης παραμένει επίκαιρός και στη Γερμανία
Μακροσκελείς όμως ήταν οι αναφορές και αποτίμησεις στον γερμανικό Τύπο των τελευταίων ημερών για το έργο του Μίκη Θεοδωράκη, την απήχησή στη Γερμανία και την οικουμενικότητά του. Σε συνέντευξή του στην ΤΑΖ, ο Γερμανός συνθέτης και πιανίστας Γκέρχαρντ Φόλκερτς, ερμηνευτής των έργων του Θεοδωράκη αποτιμά το έργο του, έναν χρόνο μετά τον θάνατό του (2 Σεπτεμβρίου 2021) αποκαλώντας τον Μίκη πάνω από όλα «ποιητή». Απαντά γιατί το έργο του Μίκη Θεοδωράκη συνεχίζει να αποτελεί σημείο αναφοράς. «Στην τελευταία από τις πέντε δημιουργικές του φάσεις, ο Μίκης ασχολήθηκε με την ελληνική μυθολογία και έγραψε πέντε όπερες. Μεταξύ αυτών, την Αντιγόνη, την Ηλέκτρα και τη Μήδεια (…) Είπε –και αυτό είναι που βιώνουμε σήμερα– ότι οι πόλεμοι δεν έχουν τελειώσει, αλλά διαρκώς αναζωπυρώνονται. Χρησιμοποιώντας την ελληνική μυθολογία, προσπάθησε να δείξει ότι αυτό δεν έχει αλλάξει κατά τη διάρκεια των χιλιετιών, αλλά ότι πρέπει να αλλάξει. Ασχολείται λοιπόν με τα άλυτα προβλήματα της ανθρωπότητας».
Αλλά τι μπορεί να μάθουν οι Γερμανοί και κεντροευρωπαίοι συνθέτες από τον Θεοδωράκη: «Να είναι ανοιχτοί στον διάλογο. Αυτό ήταν ένα από τα βασικά αιτήματα του Θεοδωράκη, με την μπρεχτιανή έννοια, να επικοινωνεί με το κοινό. Επίσης ως συνθέτης, να θέλεις να προσεγγίσεις το κοινό κι όχι να γράφεις αποτραβηγμένος, μακριά από τους ανθρώπους, για μια ελίτ ειδικών. Αυτή είναι μια σημαντική πτυχή του έργου του Θεοδωράκη».
Και η εφημερίδα Junge Welt κάνει το δικό της αφιέρωμα: «Επί δεκαετίες η πολιτιστική και πολιτική ζωή ήταν συνυφασμένη μαζί του. Ήταν παντού. Κάποτε μάλιστα στην κυβέρνηση. Ειδάλλως στο ραδιόφωνο, στην τηλεόραση, στις εφημερίδες, στις δικές του συναυλίες ή σε εκείνες πολλών άλλων μουσικών που τον λάτρευαν ως δάσκαλό τους (…) Τώρα, εδώ και δώδεκα μήνες δεν είναι εδώ, λείπει σε όλους, όλοι περίμεναν -όπως για πολλές δεκαετίες-, τη φωνή, αυτή την παράξενα ψιλή φωνή για έναν γίγαντα ύψους σχεδόν δύο μέτρων. Περίμεναν να πει κάτι. Την αλήθεια πάνω από όλα.»
Δήμητρα Κυρανούδη