Quo vadis Αφγανιστάν; Τί θα γίνει στο Λίβανο; Οι σχολιαστές του ευρωπαικού τύπου ανησυχούν
22 Μαΐου 2007Εξτρεμιστές, καταπιεσμένοι πρόσφυγες, μια αδύναμη κυβέρνηση, είναι το εκρηκτικό κοκτέιλ της νέας κρίσης στο Λίβανο. Ένα είναι σαφές, γράφει ο σχολιαστής της ελβετικής Basler Zeitung. H φιλοδυτική κυβέρνηση του Φουάντ Σινιόρα μάχεται ανάμεσα σε δύο μέτωπα. Μια μάχη γι αυτή καθεαυτή την επιβίωση της κυβέρνησης και του προσανατολισμού της χώρας. Προς τη Δύση, όπως επιθυμεί ο Σινόρα, ή πίσω προς μη «δυτικά» διακείμενες χώρες, όπως είναι η Συρία και το Ιράν, που είναι επιδίωξη της αντιπολίτευσης. Ο σχολιαστής της γερμανικής Süddeutsche του Μονάχου βλέπει την νέα πολεμική έκρηξη μέσα σε γενικότερα πλαίσια. Στη Μ. Ανατολή, υπογραμμίζει, οι διενέξεις είναι πολύ στενά συνδεδεμένες η μία με την άλλη και ο Λίβανος φέρει μεγάλη ευθύνη για τα τεκταινόμενα. Όποιος θέλει να την αναλάβει, θα πρέπει να συμβάλλει στην δημιουργία ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους χωρίς να στριφογυρίζει γύρω από το θέμα ταμπού που είναι η επιστροφή των προσφύγων στις εστίες τους. Η γαλλική Le Figaro θεωρεί ότι πίσω από τη νέα κρίση κρύβεται και πάλι η Συρία και μάλιστα σε μια χρονική περίοδο που τα Η.Ε. δρομολογούν διαδικασίες για τη δημιουργία ποινικού δικαστηρίου για τους δολοφόνους του πρώην πρωθυπουργού Ραφίκ Χαρίρι. Θα πρέπει να γίνει το παν για να σταματήσουν οι μάχες, συνεχίζει ο γάλλος σχολιαστής. Διότι, αν συνεχιστούν, τότε ομάδα εξτρεμιστών μπορεί να ξεσηκώσει τον λαό εναντίον του λιβανικού στρατού και τότε οι παλαιοί δαίμονες θα ξαναξυπνήσουν. Και οι Times του Λονδίνου γράφουν ότι ο Λίβανος δεν θα πρέπει να συνομιλήσει με τους σύρους εκβιαστές. Η Δαμασκός, επισημαίνει άφησε να εννοηθεί ότι θα ήταν διατεθειμένη να συζητήσει σε περιφερειακό επίπεδο για θέματα ασφάλειας, αλλά υπό τον όρο ότι θα έχει περισσότερη ελευθερία κινήσεων στον Λίβανο. ΟΙ συζητήσεις είναι πάντα καλοδεχούμενες. Αλλά όχι με στοιχεία εκβιασμού.
Βαρυσήμαντο το πρωτοσέλιδο σχόλιο της έγκυρης Allgemeine της Φραγκφούρτης για την κατάσταση στο Αφγανιστάν σε σχέση με το γερμανικά και διεθνή συμφέροντα στην περιοχή. Ο γερμανός σχολιαστής περιγράφει πώςς άλλαξε ο πόλεμος στο Αφγανιστάν από το 2001 σε σχέση με σήμερα. Τότε, σημειώνει, οι συμμαχικές δυνάμεις, είχαν να αντιμετωπίσουν ένα αρραγή εχθρό, ο οποίος από την πλευρά του είχε να αντιμετωπίσει ένα τεχνολογικά άρτια εξοπλισμένο στρατό. Σήμερα όμως βιώνουμε μια «ιρακοποίηση» της κατάστασης, Απευθείας συγκρούσεις αποτελούν την εξαίρεση. Ο κανόνας είναι οι βομβιστικές επιθέσεις και επιθέσεις αυτοκτονίας. Είναι μια δυσάρεστη είδηση, γιατί η εμπειρία στο Ιράκ δείχνει πόσο δύσκολο είναι ένας οργανωμένος στρατός να εξουδετερώνει τρομοκράτες και αντάρτες. Ένας άλλος παράγων που δυσκολεύει τα πράγμα είναι ότι η πολιτική διαδικασία έχει προχωρήσει ελάχιστα. Η κυβέρνηση Καρζαι δεν έχει κεντρική οντότητα και το λέγειν συνεχίζουν να έχουν οι φύλαρχοι και οι οπλαρχηγοί. Αλλαγή άξιας λόγου δεν αναμένεται όσο καιρό δεν αλλάζει η κατάσταση στο γειτονικό Πακιστάν. Από εκεί έρχονται οι Ταλιμπάν, εκεί είναι το φυτώριο των εξτρεμιστών, καταλήγει ο γερμανός αρθρογράφος.
Η επίσκεψη του Γεν. Γραμματέα της Συμμαχίας στο ράντσο του προέδρου Μπους είχε ως στόχο να αναδειχθούν τα προβλήματα παρά την βεβαιότητα και αποφασιστικότητα που εμφάνισαν προς τα έξω οι δυο άνδρες. Και η εφημερίδα Luxemburger Wort του Λουξεμβούργου σχολιάζει: Ο Γενικός Γραμματέας του Νάτο γνωρίζει καλά ότι τα συνθήματα δεν υποκαθιστούν την στρατηγική. Τελικά η αξιοπιστία της συμμαχίας και ολόκληρης της Δύσης τίθεται σε αμφιβολία πολύ περισσότερο στο Β. Αφγανιστάν από ότι στο Ιράκ. Το Νάτο θα πρέπει να αναρωτηθεί πώς θα επιτύχει η αποστολή και ποιο κόστος σε ανθρώπινες ζωές είναι έτοιμο να πληρώσει.