HB: Ο «αγαπητός Ταγίπ» και ο «φίλος Κυριάκος»
8 Δεκεμβρίου 2023Στον απόηχο της συνάντησης Μητσοτάκη-Ερντογάν και μετά την υπογραφή της κοινής διακήρυξης συνεργασίας καθίσταται σαφές πως πράγματι Ελλάδα και Τουρκία επιδιώκουν τη σύσφιξη των μεταξύ τους σχέσεων. Όπως είπε χαρακτηριστικά και ο πρόεδρος Ερντογάν, «δεν υπάρχει ανάμεσά μας κανένα πρόβλημα που να μην μπορούμε να λύσουμε, εάν το θέλουμε».
Στενότερη συνεργασία Τουρκίας και Ελλάδαςπροβλέπεται «σε πολλούς τομείς, όπως τον πολιτισμό, τον αθλητισμό, τον τουρισμό και την οικονομία», γράφει η οικονομική επιθεώρηση Handelsblatt. «Οι Τούρκοι παραθεριστές θα μπορούν να επισκέπτονται στο μέλλον δέκα ελληνικά νησιά με απλούστερες διαδικασίες χορήγησης βίζας. Φοιτητές και από τις δύο χώρες θα μπορούν να έρχονται σε επαφή σε κοινά θερινά προγράμματα. Τα δύο κράτη θα ενισχύσουν τη συνεργασία τους και στον οικονομικό τομέα. Αμφότεροι οι επικεφαλής των κυβερνήσεων τόνισαν πως στόχος είναι ο διπλασιασμός του όγκου του διμερούς εμπορίου από 5 δισεκατομμύρια σε 10 δισεκατομμύρια δολάρια».
Η HB επισημαίνει ότι πολλοί από τους συμμετέχοντες στον σημερινό διάλογο έκαναν λόγο για μία «ανέλπιστα χαλαρή ατμόσφαιρα». Αυτό οφείλεται και στο γεγονός ότι τα ακανθώδη ζητήματα, όπως ήταν ουσιαστικά γνωστό από πριν, «δεν συμπεριλήφθηκαν στην ημερήσια διάταξη των διαβουλεύσεων». Ομαλά εξελίχθηκε και η συνάντηση με την Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου, καθώς «έλειψαν και οι δυσάρεστοι τόνοι που ορισμένοι παρατηρητές φοβόντουσαν από τον συχνά παρορμητικό Ερντογάν».
Μία σύγκλιση σε βάθος τετραετίας;
Η ελληνοτουρκική συνεργασία θα αφορά μεταξύ άλλων και το μεταναστευτικό. «Ο Ερντογάν θα ήθελε να περιορίσει τις προσφυγικές ροές μέσα από τη χώρα του, διότι ολοένα και περισσότεροι Τούρκοι είναι δυσαρεστημένοι με τον υψηλό αριθμό προσφύγων στη χώρα», παρατηρεί η tagesschau. «Οι παρατηρητές εκτιμούν πως με αυτή τη νέα, φιλική στάση ο Ερντογάν θα μπορούσε να επιδιώξει τη βελτίωση των σχέσεών του με τη Δύση». Επιπλέον, «ο Ερντογάν και ο Μητσοτάκηςμπορούν να προσεγγίσουν ο ένας τον άλλον τόσο ανοιχτά, επειδή και οι δύο έχουν μόλις επανεκλεγεί – επομένως έχουν μπροστά τους μία ολόκληρη θητεία και δεν χρειάζεται να στραφούν εναντίον του γείτονα για ψηφοθηρικούς λόγους».
Σε αυτό συμφωνεί και η tageszeitung: «Μετά την επανεκλογή του τον Μάιο ο Ερντογάν δεν χρειάζεται πια τις εθνικιστικές φωνές. Αντιθέτως πρέπει τώρα να προσπαθήσει να διορθώσει την απελπιστικά κακή οικονομία της χώρας του – και γι' αυτό χρειάζεται την Ευρώπη. Ο δρόμος προς την Ευρώπη, όμως, περνάει από την Ελλάδα, τόσο γεωγραφικά, όσο και πολιτικά. Γι' αυτό και ο Ερντογάν μιλάει τώρα ξανά για διάλογο, με τον οποίο τελικά θα λυθούν όλα τα προβλήματα».
Κατά την taz «μία πραγματική χαλάρωση των εντάσεων αποτελεί μεγάλη διευκόλυνση για τους ανθρώπους σε αμφότερες τις πλευρές του Αιγαίου. Οι κάτοικοι των νησιών απέναντι στην τουρκική ακτή δεν θα πρέπει να φοβούνται πλέον πως μέσα σε ένα βράδυ μπορεί να κάνουν την εμφάνισή τους τουρκικά σκάφη. Αντ' αυτών θα μπορούν να έρχονται ολοένα και περισσότεροι Τούρκοι παραθεριστές.
Ενόψει των πολέμων στην Ουκρανία και στη Λωρίδα της Γάζας υπάρχει επιτέλους μία καλή είδηση: πως η διαμάχη μεταξύ δύο κρατών-μελών του ΝΑΤΟ στην Ανατολική Μεσόγειο αποκλιμακώνεται διαρκώς περισσότερο», καταλήγει η εφημερίδα του Βερολίνου.
Η 79χρονη Ναζλί Ιλιτσάκ επιστρέφει στη φυλακή
Αν και ο γερμανικός Τύπος εστιάζει με ικανοποίηση στη στροφή του Ερντογάν στα ελληνοτουρκικά, το Γερμανικό Δημοσιογραφικό Δίκτυο (RND) δεν παραλείπει να σχολιάσει και μία δυσάρεστη είδηση από τη γείτονα χώρα: τη νέα καταδίκη σε φυλάκιση σε βάρος της Ναζλί Ιλιτσάκ, μίας από τις πλέον γνωστές δημοσιογράφους της Τουρκίας. Η 79χρονη δημοσιογράφος, που έχει βρεθεί στη φυλακή και παλαιότερα, καταδικάστηκε τώρα εκ νέου με ποινή φυλάκισης 2,5 ετών. Ο λόγος: σε κείμενό της προ επταετίας άσκησε κριτική σε έναν εισαγγελέα.
«Οι δημοσιογράφοι που επικρίνουν την κυβέρνηση αντιμετωπίζουν δύσκολες καταστάσεις στην Τουρκία», σχολιάζει το γερμανικό μέσο. «Σύμφωνα με έρευνες του αντιπολιτευόμενου κόμματος CHP, κατά τον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο κλήθηκαν ενώπιον της δικαιοσύνης 144 εργαζόμενοι σε μέσα ενημέρωσης. Το ίδιο διάστημα 11 δημοσιογράφοι συνελήφθησαν. Οι περισσότερες διώξεις θεμελιώνονται σε έναν νόμο περί λογοκρισίας, ο οποίος τέθηκε σε ισχύ το φθινόπωρο του 2022. Βάσει αυτού η "διάδοση ψευδών ειδήσεων” επισύρει ποινή φυλάκισης ενός έως τριών ετών. Το ποια πληροφορία είναι "ψευδής” το αποφασίζει η κυβέρνηση και η δικαιοσύνη.
Το International Press Institute (IPI) εκτιμά πως ο Ερντογάν ελέγχει το 90% των εντύπων μέσων και της τηλεόρασης. Σχεδόν όλες οι εφημερίδες και οι τηλεοπτικοί σταθμοί ανήκουν σε επιχειρήσεις που πρόσκεινται στον Ερντογάν, ενώ τα τελευταία χρόνια η κυβέρνηση έχει αυστηροποιήσει τον έλεγχο και στο διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης – η Wikipedia, για παράδειγμα, δεν λειτουργούσε στην Τουρκία για τρία χρόνια, επειδή περιελάμβανε λήμματα που δεν άρεσαν στην κυβέρνηση».
Όπως αναφέρει τέλος το RND, στη λίστα των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα σχετικά με την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης η Τουρκία καταλαμβάνει την 165η θέση ανάμεσα σε 180 κράτη – καταφέρνοντας να συγκεντρώσει χειρότερη βαθμολογία από τη Βενεζουέλα, τη Λευκορωσίακαι τη Ρωσία.