6.500 Έλληνες στρατιώτες στο Γκέρλιτς
7 Οκτωβρίου 2006Αρχές αυτής της εβδομάδας παρουσιάστηκε στους χώρους του Ινστιτούτου Goethe στην Αθήνα ένα ντοκιμαντέρ του βερολινέζου σκηνοθέτη Κώστα Τουμπέκη που πραγματεύεται την ιστορία χιλιάδων Ελλήνων στρατιωτών που βρέθηκαν εθελοντικά κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου στη Γερμανία. Πρόκειται για μία από τις πιο παράξενες ιστορίες αυτού του πολέμου και ίσως η πιο παράλογη στην ιστορία του Ελληνικού Στρατού. Ο αρχηγός του 4ο Σώματος Στρατού στη Βόρεια Ελλάδα συνάπτει το Σεπτέμβριο του 1916 μια ειδική συμφωνία με τη διοίκηση του γερμανικού στρατού: βάσει αυτής 6.500 Έλληνες στρατιώτες θα μεταφερθούν κατόπιν στο Γκέρλιτς της Ανατολικής Γερμανίας και θα παραμείνουν εκεί καθ΄ όλη τη διάρκεια του πολέμου. Ακριβώς 90 χρόνια αργότερα, στο νεκροταφείο του Γκέρλιτς, τελέστηκε επιμνημόσυνη δέηση για εκείνους τους Έλληνες στρατιώτες που είχαν έρθει και άφησαν την τελευταία τους πνοή σε αυτήν τη συνοριακή πόλη. Παρόντες ένας Πολωνός ορθόδοξος ιερέας από την γειτονική πολωνική πόλη Ζγκορζέλετς, ο δήμαρχος του Γκέρλιτς, ο Έλληνας πρόξενος από τη Λειψία, καθώς και απόγονοι των Ελλήνων στρατιωτών. Ανάμεσα στους τελευταίους η Δώρα Ρομέρο-Θεοφιλίδου που λέει για τον πατέρα της ότι “εδώ στο Γκέρλιτς γνώρισε τη Γερμανίδα μητέρα μου που ζούσε με την αδελφή της. Ο πατέρας μου επέστρεψε στην Ελλάδα μετά το τέλος του πολέμου και όταν κατέβηκε η μητέρα μου το 1921 παντρεύτηκαν στην Αθήνα.” Δεν είναι γνωστό πόσοι από τους Έλληνες αξιωματικούς και στρατιώτες πήραν μαζί τους τις Γερμανίδες αρραβωνιαστικιές και συζύγους τους όταν μετά το τέλος του πολέμου επέστρεψαν στην πατρίδα τους. Βέβαιο είναι πάντως ότι περισσότεροι από 200 Έλληνες εγκαταστάθηκαν οριστικά στο Γκέρλιτς. Άλλοι έπιασαν δουλειά, άλλοι άνοιξαν δικές τους επιχειρήσεις και όλοι τους έκαναν οικογένειες. Οι Ρωμιοί, θα πει ο διευθυντής του δημοτικού αρχείου του Γκέρλιτς, Σίγκφριντ Χόχε, εντυπωσίαζαν καθώς “ήταν γοητευτικοί νεαροί άνδρες. Στην ελληνική εφημερίδα που εξέδιδαν διαβάζουμε αγγελίες γάμου και ανακοινώσεις δεσμών. Με άλλα λόγια οι Έλληνες εργένηδες ήταν περιζήτητοι στο γυναικείο πληθυσμό του Γκέρλιτς.” Οι πλειοψηφία των Ελλήνων στρατιωτών επέστρεψε όμως το Φεβρουάριο του 1919 στην πατρίδα. Εδώ στρατωνίζονται ξανά. Αυτή τη φορά χωρίς τις ανέσεις του Γκέρλιτς. Στην Ελλάδα οι του Γκέρλιτς αντιμετωπίζουν την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας επειδή παραδόθηκαν το 1916 σε ξένη δύναμη σε περίοδο μάλιστα που είχε κατακτήσει ελληνικά εδάφη. Πιο συγκεκριμένα: Στις αρχές του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου η Ελλάδα τηρούσε μια ουδέτερη στάση. Η Γαλλία και η Αγγλία πίεζαν όμως την Αθήνα να συνταχθεί στο πλευρό τους. Για αυτόν το λόγο είχαν αποκλείσει την Ελλάδα από τη θάλασσα, ενώ στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης είχε αγκυροβολήσει συμμαχικός στόλος. Το ίδιο διάστημα γερμανοβουλγαρικά στρατεύματα είχαν εισβάλει στη Θράκη και στη Μακεδονία όπου έδρευε το 4ο Σώμα Στρατού. Ο διοικητής του σώματος, συνταγματάρχης Ιωάννης Χατζόπουλος, δεν αντιμετωπίζει τους εισβολείς. Αρχίζει, όπως διευκρινίζει ο ταγματάρχης Παναγιώτης Κωνσταντόπουλος από το Ιστορικό Αρχείο Στρατού, πολλαπλές επαφές και διαπραγματεύσεις για να μεταφέρει τους άνδρες του εκτός Μακεδονίας, “τόσο με το ελληνικό Γενικό Επιτελείο Στρατού και την κυβέρνηση, τόσο με τον Άγγλο το Ναύαρχο, τόσο με τον στρατιωτικό μας ακόλουθο στη Σόφια, αλλά και με τον Γερμανό αρχηγό στρατού φον Χίντενμπουργκ, ο οποίος δέχτηκε να παραδοθεί το 4ο Σώμα Στρατού στους Γερμανούς, να μη χαρακτηρισθούν ως αιχμάλωτοι πολέμου και να φύγουν με τον οπλισμό τους και να πάνε στη Γερμανία.” Οι Άγγλοι, στους οποίους επίσης είχε απευθυνθεί ο Χατζόπουλος, του είχαν προτείνει να μεταφέρουν το 4ο Σώμα Στρατού από την Καβάλα με πλοία στη Θεσσαλονίκη. Ο βασιλικός όμως ταγματάρχης επ΄ ουδενί ήθελε να ενισχύσει τους συμμάχους που βρισκόταν σε σύγκρουση με τον βασιλιά Κωνσταντίνο Α΄. Για αυτό το λόγο προτίμησε την πρόταση του Γερμανού στρατάρχη Πάουλ φον Χίντενμπουργκ. Ο Χατζόπουλος ποτέ πια δεν επέστρεψε στην Ελλάδα. Το 1918 πεθαίνει και θάβεται στο νεκροταφείο του Γκέρλιτς. Η κατηγορία όμως της προδοσίας που του έχει απαγγελθεί εξακολουθεί να βαραίνει τους απογόνους του. Η ανιψιά του Κατερίνα Μιχαλοπούλου-Χατζοπούλου τον δικαιολογεί: «Πίστευε ότι πηγαίνοντας στο Γκέρλιτς είχε την ευκαιρία να σώσει από κακουχίες και ταλαιπωρίες ένα ολόκληρο στράτευμα. Ήταν πιστός στα ιδεώδη του. Ήταν οπαδός και πιστός εις τον βασιλέα ο οποίος του ανέθεσε αυτή την αποστολή την οποία αυτός εξετέλεσε όπως νόμιζε καλύτερα.” Ανάλογες απόψεις εκφράζουν και οι απόγονοι που βρέθηκαν στο μνημόσυνο στο Γκέρλιτς. Ως τώρα το θέμα αποσιωπούνταν. Η ταινία του Κώστα Τουμπέκη, που σύντομα θα παρουσιαστεί και στην ΕΡΤ, δίνει την ευκαιρία να ξεκινήσει μια νέα συζήτηση για τα ιστορικά γεγονότα.
Βερολίνο, Παναγιώτης Κουπαράνης